Αναζήτηση νέου όρου
e
einmal täglich (συντομογραφία: 1 x tgl., 1xtgl., 1/d)
Συνώνυμα
täglich (συντομογραφία: tgl.)Μεταφράσεις
| Αγγλικα | daily |
| Αγγλικα | once a day (συντομογραφία: QD, qd, q.d.) |















