Δ
Översikt
Aktuella Språk För Ordlistan
Grekiska
δακρυϊκό σημείοδακρυϊκό σωληνάριοδακρυϊκός πόροςδεξί μάτιδεξιάδιαβητική αμφιβληστροειδοπάθειαδιαβητικη ωχροπαθειαδιάθλασηδιαθλαστική χειρουργικήδιαθλαστικό σφάλμαδιασύνδεση κολλαγόνου κερατοειδούς (Förkortningar & akronymer: CXL)διεισδυτική κερατοπλαστικήδιηθητικός ηθμόςδοκιμασία Jonesδυσλεξίαςδυσχρωματοψίαδαλτωνισμόςδεξιός οφθαλμόςδιαθλαστικη διορθωση