Αναζήτηση νέου όρου
B
Benetzung
Συνώνυμα
BefeuchtungΜεταφράσεις
| Ολλανδικα | smering |
| Αγγλικα | lubrication |
| Γαλλικα | lubrification |
| Ιταλικα | lubrificazione |
| Πορτογαλικα | lubrificação |
| Ισπανικα | lubricación |
| Ολλανδικα | lubricatie |















