Αναζήτηση νέου όρου
l
lubrification
Μεταφράσεις
Ολλανδικα | smering |
Αγγλικα | lubrication |
Γερμανικα | Benetzung |
Ιταλικα | lubrificazione |
Πορτογαλικα | lubrificação |
Ισπανικα | lubricación |
Γερμανικα | Befeuchtung |
Ολλανδικα | lubricatie |