Αναζήτηση νέου όρου
e
eyeglass lens (συντομογραφία: lens)
Συνώνυμα
eyeglass lenses (συντομογραφία: lenses)Μεταφράσεις
Κροατικα | stakla |
Ολλανδικα | brillenglas |
Γαλλικα | verre correcteur |
Γερμανικα | Brillengläser |
Ιταλικα | lente |
Πορτογαλικα | lente oftálmica |
Ισπανικα | lente |
Γερμανικα | Brillenglas (συντομογραφία: Glas) |
Πορτογαλικα | lentes oftálmicas |
Ιταλικα | lenti |
Γαλλικα | verres correcteurs |
Ισπανικα | lentes |
Ολλανδικα | brillenglazen (συντομογραφία: glazen) |