Αναζήτηση νέου όρου
K
Knoten (z.B. Lymphknoten)
Συνώνυμα
KnötchenΜεταφράσεις
Βουλγαρικα | възли |
Αγγλικα | nodule |
Αγγλικα | node |
Βουλγαρικα | нодули |