Αναζήτηση νέου όρου
Tensiomessung
tonometrische Untersuchung
A
Augeninnendruckmessung (συντομογραφία: Druckmessung, Augendruckmessung, Innendruckmessung)
Συνώνυμα
TonometrieTensiomessung
tonometrische Untersuchung
Μεταφράσεις
Αραβικα | قياس توتر العين |
Κροατικα | tonometrija |
Ολλανδικα | tonometrie |
Αγγλικα | tonometry |
Γαλλικα | tonométrie |
Ελληνικα | τονομέτρηση |
Ιταλικα | tonometria |
Πορτογαλικα | tonometria |
Ισπανικα | tonometría |
Σουηδικη | tonometri |
Αγγλικα | intraocular pressure measurement (συντομογραφία: IOP measurement) |
Αγγλικα | measurement of intraocular pressure (συντομογραφία: measurement of IOP) |
Σουηδικη | tryckmätning |
Ολλανδικα | oogdruk meting |