Αναζήτηση νέου όρου
P
Pseudoexfoliationen (συντομογραφία: PEX, Pex) (pl.)
Μεταφράσεις
Κινεζικα (Απλοποιημένα) | 剥脱综合征 |
Αγγλικα | pseudoexfoliation |
Γαλλικα | matière pseudoexfoliative |
Ελληνικα | ψευδοαποφολιδωση |
Ισπανικα | pseudoexfoliación |
Ισπανικα | pseudo-exfoliación (συντομογραφία: PEX) |